|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τοκολόγιο? — — μέλαθρον — μπάγκος — κοκκώνα — ανθρακόχρους — ασχημοκαμωμένος — διπλαρώνω — λυκόσκυλο — διαπέρασμα — καψοκαλύβας — ευσυνείδητος — αδιατρύπητος — εξαπλασιάζω — μιμική — φλόγωση — αλληλοτραυματίζομαι — δίζελ — μαθέ — διασπωμαι — κλώθω — υποσυνείδητος — Ουγγαρέζα |
|||