|
реформистский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово реформистский? — ρεφορμιστικός как с (ново)греческого переводится слово ρεφορμιστικός? — реформистский — αφαιρετέος — χαντζάρα — νεροκάνατο — δεύτερο — αιματόστασις — αρρενοπρεπής — δεκτός — εμμονοκρατία — κρανιακός — εγκέντριση — έγχορδος — γυμνάζω — διασπαθισμός — αναρπαγή — αποστεγνώνω — κακότεχνος — κωφεύω — ευφυής — εριννύς — απράγμων — κοινολόγηση |
|||