Новогреческий словарь
λυσσόδηκτος
λυσσόδηκτ|ος
укушенный бешеным животным
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
укушенный бешеным животным
? —
λυσσόδηκτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
λυσσόδηκτος
? — укушенный бешеным животным
#
(ново)греческий словарь
—
ξαφορμίζω
—
αποσκορακίζω
—
τεσσαρακονταετής
—
μπαλλόνι
—
εγχυτήρ
—
πικρογέλαστος
—
συγκατάθεση
—
αποφασιστικά
—
αστητος
—
μεταλλουργική
—
φραστικό
—
μπάσκετ-μπώλ
—
αφαλατώνω
—
πλατυποδία
—
καβγατζίδικος
—
προσονομασία
—
μουστόπιτα
—
πλαστελίνη
—
ξεχύνομαι
—
διαδίδομαι
—
απαισιοδοξώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве