|
фаршированный; с начинкой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фаршированный? — παραγεμιστός как на (ново)греческом будет слово с начинкой? — παραγεμιστός как с (ново)греческого переводится слово παραγεμιστός? — фаршированный, с начинкой — υπεραύξηση — υπερήμερος — φαλτσέτα — ξηραίνομαι — φολιδωτός — ακυρολεκτώ — κόμπος — σαυρίτσα — βαλτός — αναπέμπω — ιχθυοκομικός — χειρολαβή — παραχώρηση — ανερωτώ — ακατάγραφος — φουξίνη — αναφτερουγιάζω — μπινιάρης — μπέμπελη — τυμβωρυχία — κοντοχωριανός |
|||