|
непреодолимый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непреодолимый? — ανυπερπήδητος как с (ново)греческого переводится слово ανυπερπήδητος? — непреодолимый — ακρίβια — φαρμακοσυλλέκτης — σανδαλοποιείο — αλτήρας — προτού — σταυρόθολος — γιαράς — αλαφρόγιομος — λάφρος — σπιρουνίζω — κοιλόκυρτος — ασχιστός — Ιταλιάνα — τριχώδης — αλετριά — προχώρεμα — επεξεργαστικός — αγαθοποιία — σκοτίζω — ανεκδίκητος — αφροστεφής |
|||