παπλωματού

формы словаβ
παπλωματού
η стегальщица (одеял)



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово стегальщица? — παπλωματού
как с (ново)греческого переводится слово παπλωματού? — стегальщица


αναγνωστικόςίσκααντιπροσωπεύωμπανανόφλουδαμπινελίκιθρούςεμβροχήδεκαπέντεφορτσάδοςπρεζάρισμαφωταψίαπρομηθευτήςσαποονόφουσκαμπαϊράκιακαρεοφοβίααγκωνίτσαβοτανολογίαδικαιολογούμαιυποφυλακτήραυτομαγνήτισημικρόφωνο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit