Новогреческий словарь
σταξιά
σταξιά
η прям., перен.
капля, капелька
;
~ από τό φώς — [phrase]немного света[/phrase]
;
οι ~ές από τό φώς πέφτουν ολοένα — [phrase]свет струится[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
капля
? —
σταξιά
как на
(ново)греческом
будет слово
капелька
? —
σταξιά
как с
(ново)греческого
переводится слово
σταξιά
? — капля, капелька
#
(ново)греческий словарь
—
αυτοπαιδεμός
—
ιδεώδης
—
συρρικνούμενος
—
ανιπρόκοπος
—
εξόμφαλος
—
πρωτόλειο
—
σαβούρα
—
αποδημητής
—
νηκτικός
—
μετασάλεμα
—
εντόπιος
—
ευμαθής
—
πορθμείο
—
γραμματοσυλλέκτρια
—
ανημέρευτος
—
ασβεστόλακκος
—
σουβενίρ
—
test2
—
νερουλιάζω
—
μαγγανήσιο
—
νταβάνωμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве