|
το секунда #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово секунда? — δευτερόλεφτο как с (ново)греческого переводится слово δευτερόλεφτο? — секунда — ορνιθοκομείο — ενδοχώρα — λιγδιασμένος — αθλητικός — κυρωτικός — αντιφατικότητα — αιμοφορία — αμφίσημα — επιθυμώ — παραβαράω — πολεμικός — κένωμα — ξεσκεπάζομαι — παρατυπία — διλετταντισμός — μικροβιοκτόνος — πεζοπορία — αστεροστάτης — ένθεος — λιξεύω — μεσαίωνας |
|||