|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξαιάζω? — — διαπηδώ — οπτιμιστής — αναπόγραφος — γυάλα — συμβεβηκός — κολόκουρο — ντοματοσαλάτα — βοσκός — υαλοτεχνία — υδροθεραπευτικός — λαγνεία — σπασμός — κόντης — αμπελόφυλλο — άνθρακας — κτυποκάρδι — ευχρηστία — ανατριχούμαι — γερμανομανής — ανιδιοτελές — δαδί |
|||