Новогреческий словарь
νιώθω
νιώθω
Чувствовать, ощущать, понимать, сознавать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
νιώθω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
υπόστρωμα
—
εγωτιστής
—
ομόχρους
—
ακοόμετρο
—
φιληνάδα
—
τσαλαπετεινός
—
αριστερόφιλος
—
συντονιστής
—
διατομή
—
αδερφικάτα
—
πλεούμενο
—
πεντάκλωστος
—
παραλήγουσα
—
εγκσρδίωση
—
απαρηγόρητος
—
σκοτωμός
—
φιλόδοξος
—
ικτερώδης
—
αγουρίδι
—
φιλοσοφώ
—
εύπεπτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве