Новогреческий словарь
εμοί
εμοί
δοτ. от εγώ
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμοί
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πρόβα
—
φυλασσόμενος
—
ψίλωθρον
—
άργαστος
—
γύψινος
—
φιόρο
—
ιμπεριαλιστικός
—
νέγρικος
—
εκατόν
—
μακροκαταληκτώ
—
λύκειος
—
χαρακτηριστικά
—
γουρουνοπέτσι
—
πεντηκονθήμερος
—
φύσα
—
αβδελλώνω
—
άχτι
—
ατυχεύω
—
επαγωγός
—
μεσότοιχίο
—
άγγισμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве