|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ψάρακας? — — βρόντημα — τσερβέλλο — αποπτύω — αυτεξούσιο — ενθουσιοσμός — διήκω — στολίδι — κυλίστρα — Έρμης — διαπύλιον — πηρομελής — χωριουδάκι — καμέα — τερεβινθικός — μπουμπουνητό — σαγήνευμα — θυμικό — πλάγιασμα — αιθέριο — πρώϊμος — ελευθεροπρεπής |
|||