Новогреческий словарь
εγγυητικός
εγγυητικός
гарантийный; залоговый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гарантийный
? —
εγγυητικός
как на
(ново)греческом
будет слово
залоговый
? —
εγγυητικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
εγγυητικός
? — гарантийный, залоговый
#
(ново)греческий словарь
—
άχρους
—
γκοριτσιά
—
αρτυμή
—
αναλλοίωτος
—
αντέχομαι
—
αργάζω
—
εκναύλωση
—
αποδειπνώ
—
κρανιοτομή
—
κρυφομίλημα
—
διαγωνιστής
—
ξεσκίζομαι
—
κουλάκος
—
διατιμητής
—
φαζάνι
—
υποτιτλίζω
—
ηλιολατρία
—
επίχριση
—
κοντράλτο
—
κορμοστασιά
—
αιματοβαμμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,