|
прям., перен. находиться в зените #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово находиться в зените? — μεσουρανώ как с (ново)греческого переводится слово μεσουρανώ? — находиться в зените — επίχριστος — καθίκι — χουλιγκανισμός — σάκα — εθνοποιώ — διαχωρω — βρογχοδιασταλτικός — αμμοδοχείο — λαμπαδηφορώ — συστατικός — υπνοβάτισσα — αγριεύω — καπνό — μπουμπουνητό — μιαούρισμα — ακαταλαβίστικος — επικρέμαση — αποκορυφώνομαι — αργασμα — σφακελισμός — υδροδείχτης |
|||