|
το приобретение; достояние #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово приобретение? — απόχτημα как на (ново)греческом будет слово достояние? — απόχτημα как с (ново)греческого переводится слово απόχτημα? — приобретение, достояние — συμπαραλαμβάνω — κλωτσηδόν — μάντρωμα — αίρω — ραδιοτηλέγραφος — νεοζωϊσμός — μάρτυς — ζαβλακώνομαι — επανεμφανίζομαι — λυγκιάζομαι — ακατασχέτως — επισταθμία — σύαγρος — εξωστήρας — ανατολή — εβδομο — χλωραιθήρας — πολίτευμα — ξηροκαμπία — πιστολάκι — διασαλπίζω |
|||