|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αβάφτιστο? — — πρόσρησις — τονωτικός — μπάμπαλο — αηδονάκι — συζητω — αεριτζού — οινικνός — μυρεψός — αρμολογία — παππούλης — αμαχαίρωτος — ξεψυχώ — αντιστύλι — αιθερόδρομος — ακρίτας — νέτα — αποδείξιμος — υπερπληθυσμός — αποφασίζω — ξαρματώνω — απορροφάω |
|||