|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ρεκασμός? — — σκαρφαλώνω — ατελέσφορος — ζωοπαθολογία — στρόφαλο — επουλώσιμος — ανάσπαστος — λιπαντής — σεισμός — διπλοκακορρίζικος — φιλοξενούσα — αρβανίτικα — νεραϊδόνημα — δεμάτιασμα — αθλιος — χρίζω — καταναλωτικός — ηχώ — Δανίδα — κούκλος — ανεπικοινώνητος — μιγαδικός |
|||