νεογνολογικός

формы словаβ
νεογνολογικός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово νεογνολογικός? —


αποτροπιαστικόςπολυάριθμοςγοργοπερνωτρωκτικόςκαταψυχτικόςεισβολέαςοινομάγειροςστήνωαντικαθολικόςνταβατζιλίκισχοινοβατικόςδειγματολήπτηςάμεσοςπυρολατρείαμερονύχτιφιδένιοςαισθηματικάκερχανατζήςεγκαίνιααλαφροποινίτηςεκπίπτομαι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit