Новогреческий словарь
φωτοσβέστης
φωτοσβέστης
ο
мракобес, обскурант
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мракобес
? —
φωτοσβέστης
как на
(ново)греческом
будет слово
обскурант
? —
φωτοσβέστης
как с
(ново)греческого
переводится слово
φωτοσβέστης
? — мракобес, обскурант
#
(ново)греческий словарь
—
ανυφαντάρης
—
τεσσάρι
—
δωδεκάμηνο
—
γενολόγι
—
αλώβητος
—
λαχανοπώλης
—
αποτίμημα
—
επαισθητός
—
εύξεινος
—
ενήλικος
—
αλληλόδεσμος
—
ελαιοκόμος
—
μοιχεία
—
επινίκιος
—
ασκήτρια
—
φρούτο
—
ακαρίαση
—
ξεπαπαδεύω
—
φαρμακεμπορείο
—
σκεπάρνι
—
ών
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω