|
η речное судоходство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово речное судоходство? — ποταμοπλοΐα как с (ново)греческого переводится слово ποταμοπλοΐα? — речное судоходство — μασώ — διπροσωπία — ανάβρυσμα — αυτοκίνητος — μονοθεΐα — σκευάμαξα — ακτινίδιο — λεξικολογικός — μελάνι — δηλωθείς — ευσώματος — αποτελώ — στραμπουλιξά — αναδίπλωσις — ματισιά — ζωηρεύω — ξενόφωνος — ταχογράφος — λύμη — συντοπίτης — κροκίδα |
|||