|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εθελόντρια? — — επίμηλον — ασχημόμουτρο — ανσχαίνω — ταπητοστρώνω — σιλουέττα — συγγενολόι — ισοζυγώ — σπερμολόγος — Σαδδουκαίος — αδείπνητος — μέλας — αναδημοσίευση — σόντεκνος — γκάστρι — δασολογικός — φωτομηχανικός — γελαστός — μεταφερτός — μεσακάρης — χρωματίνη — χλωρωτικός |
|||