|
предварительно, заранее #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово предварительно? — προκαταβολικώς как на (ново)греческом будет слово заранее? — προκαταβολικώς как с (ново)греческого переводится слово προκαταβολικώς? — предварительно, заранее — συνεπής — τεσσαρακοστός — μεραρχία — πανηγυρικά — πανιών — απαρχή — αρχιτεκτονικός — ξασχημίζω — αλυση — παρασκεύασμα — εφεύρημα — χειροτονία — δενδρόεις — μεσοπέλαγα — υψίφωνος — αυτότροφος — κουράζω — άφθονα — αφηνισμένος — ανέχυμα — πατρικία |
|||