Новогреческий словарь
ορολογία
ορολογία
η
терминология
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
терминология
? —
ορολογία
как с
(ново)греческого
переводится слово
ορολογία
? — терминология
#
(ново)греческий словарь
—
υπηρετώ
—
σκιάχτρο
—
μουλλώνω
—
μοναρχισμός
—
ομματόφυλλα
—
δαφνόκοκκος
—
νάφθη
—
δίπλωση
—
κουβαδάκι
—
καμποτινισμός
—
χιτλερισμός
—
συναλοιφή
—
δοσοληψία
—
κοντόσταβλος
—
ξεμακραίνω
—
ιεροσπουδαστής
—
διάσημο
—
επανωσάγονο
—
ποντικομαμμή
—
λοστός
—
αστερόεις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,