|
груб. тупица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тупица? — χαζούλιακας как с (ново)греческого переводится слово χαζούλιακας? — тупица — εκφυλλίζω — απερισκεψία — ευκτός — πανήγυρη — αρχετυπικά — υποσχετικό — επιμένων — διαβάλλω — παραινετικός — πρόσφατα — ανάθεμα — ξέφωτος — χείμαρρος — φθείρω — νερομπούκαλο — ποθεινός — φεγγαράκι — πριονοειδής — στιγματισμός — αλλοχρωματισμός — σάλπιγγα |
|||