|
αόρ. от εκμαίνομαι #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εξεμάνην? — — βεβηλώνομαι — άρτι — κοπάδι — φιλόθηρος — δημοτελής — άνθισμα — συγκεχυμένος — θραυστήρας — σιδηροπαγής — μπέσα — τσινώ — ενδοφλεβίως — γέροντας — καμμιά — εγκριτικός — άφιλος — ντιλετταντισμός — απήδητος — ωριοφούντωτος — παραβάτις — λυγγιάζομαι |
|||