Новогреческий словарь
αγρίωμα
αγρίωμα
το
дикое место
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дикое место
? —
αγρίωμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγρίωμα
? — дикое место
#
(ново)греческий словарь
—
σηπτικότητα
—
καλογερόπαιδο
—
αιμόσταση
—
μίτρα
—
πατινάζ
—
εξοχάς
—
καμαρίνι
—
αιρετός
—
αρέγγα
—
χοντρός
—
πλαστιλίνη
—
λεβιθόχορτο
—
άγαλμα
—
αλληλεπίκουρος
—
συμφοιτώ
—
λογχοθήκη
—
βουτυροποιία
—
επήλθα
—
αντιτάσσομαι
—
θύμος
—
αντιπεριφερειάρχης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве