Новогреческий словарь
πρόσφορο
πρόσφορο
το церк.
просфора
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
просфора
? —
πρόσφορο
как с
(ново)греческого
переводится слово
πρόσφορο
? — просфора
#
(ново)греческий словарь
—
πρωρεύς
—
βενζινάροτρο
—
φοινικέλαιο
—
απέταλος
—
ακορφολόγητος
—
εκφύω
—
Βασιλεύουσα
—
εκπορίζομαι
—
κοβάλτιο
—
δυσαπόδειχτος
—
κοινοβουλευτικός
—
ταλαντεύομαι
—
κομπέρ
—
κλαψοπαναγιά
—
κρεατόπιττα
—
οικοτεχνία
—
διαβιβαστικός
—
ξεφραγμένος
—
λεπτόρρευστος
—
ρεζερβουάρ
—
λακώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве