Новогреческий словарь
πικάρομαι
πικάρομαι
пикироваться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пикироваться
? —
πικάρομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
πικάρομαι
? — пикироваться
#
(ново)греческий словарь
—
πολωνός
—
κεφαλαίος
—
ανάθημα
—
μήλι
—
κουδουνιστός
—
ετερόπους
—
φουρκάδα
—
συγχώρηση
—
λογοκρισία
—
δυσκολοκατόρθωτος
—
εσώρουχο
—
μισοχορτασμένος
—
παράτα
—
φαλαινοαλιεία
—
κάμποσος
—
ξετρυπώνω
—
ηλιόφως
—
τελωνοφυλακή
—
Γεωργιανός
—
τιμολόγιο
—
βουλευτηλίκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω