Новогреческий словарь
μακροσκελία
μακροσκελία
η
голенастость
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
голенастость
? —
μακροσκελία
как с
(ново)греческого
переводится слово
μακροσκελία
? — голенастость
#
(ново)греческий словарь
—
δικέρατος
—
μηνιγγικός
—
πέταυρο
—
νυχτοκάματο
—
χρησιμεύω
—
πληθωριστικός
—
αστερόεσσα
—
δερμάτινο
—
πληθυσμός
—
μακροήμερος
—
ξεφαντωτής
—
διαιτώμενος
—
μισοχρονής
—
φτωχοκομείο
—
υποδιοίκηση
—
ξενοκοιμάμαι
—
μπιρμπιλομάτης
—
πατρωνυμικός
—
σπουδαιοφάνεια
—
κοντσέρτο
—
ειρηνοποίηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве