|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αλκοολομέτρηση? — — ευλάβεια — βέστα — υπόδειγμα — όχι δά — στόχαστρο — μακροχρόνιος — ετερώνυμος — αιγυπτιακά — αγριορόρι — ζακόνι — χιονοθλασία — πλατανών — διαβιβαστήριος — πεταλίδα — διαβρωσιγενής — αντισήκωμα — αποστήθιση — Αικατερίνμπουργκ — εκσκαπτικός — διφθέρινος — αντιμισθία |
|||