Новогреческий словарь
χιονολισθητήρας
χιονολισθητήρας
(-ήρος) ο
лыжа
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лыжа
? —
χιονολισθητήρας
как с
(ново)греческого
переводится слово
χιονολισθητήρας
? — лыжа
#
(ново)греческий словарь
—
βραδύφλεκτος
—
υφαντουργείο
—
ασταφίδωτος
—
δεινός
—
απτερύγωτα
—
επισκευάσιμος
—
τοποθέτηση
—
αραξοβόλι
—
άργητα
—
μετεωρίτικος
—
μετασχηματιστής
—
κεραμευτικός
—
παραποιημένος
—
πλημμελώς
—
απειροπλασίως
—
πραξικοπηματικά
—
ξυλοστάτης
—
ασυμπτωτικός
—
εκμυστήρευση
—
μαλακισμένος
—
μπριγιαντίνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве