|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μειωτικά? — — αντιφωτίζω — χλωροφόρμηση — κρησαριστός — μετεωρίτικος — ανεμελιά — κέραμος — αγγελοκαμωμένος — μάλη — προφυλαγμένος — έγκλιση — αχάριστος — σωφροσύνη — αλιπάστωση — πρόπλασμα — αζαλίκωτος — λαθροχέρης — χολοκυστεκτομή — μπιτόνι — ξεκολοκαιριάζω — φιλεπιστήμων — ασμένως |
|||