επιβάτρια

формы словаβ
επιβάτρια
η пассажирка;



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово пассажирка? — επιβάτρια
как с (ново)греческого переводится слово επιβάτρια? — пассажирка


εκδρομέαςαγκαθωτόςχρονολογικόςζοφόςκατακόκκινοςφεγγαριάζομαιραμολίχαλεπώςδεφτέριδιπλοθεμελιώνωηλεκτροενέργειαμουστακοδέτηςπλέριοςκατραπακιάζωβιόσφαιραφραχτόεπιξέωσυνεργατικόςαισθητόςφινέστρακαντάρι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit