|
ο фольк. любимый, возлюбленный, #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово любимый? — αγαπώς как на (ново)греческом будет слово возлюбленный? — αγαπώς как с (ново)греческого переводится слово αγαπώς? — любимый, возлюбленный — έκρυση — βολά — λειχουδιάρικος — χεροκρατώ — πυορροώ — ανακάθημαι — αιγυπτιολόγος — αυτοτιμωρούμαι — ηλεκτροβόρος — ελλαδίτικος — παιδεραστικός — προτείχισμα — αποκρυστάλλωση — αρμενιστί — άλσος — ελώδης — παγοκρύσταλλος — ψυχοδιαγνωστικός — καμπυλώνω — δυσκολοκίνητος — λιθοδόμος |
|||