Новогреческий словарь
ανενεργοποιώ
ανενεργοποιώ
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανενεργοποιώ
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γκρινιάρικος
—
γαύρος
—
υπομονητικός
—
ναρκοθέτηση
—
βλάβη
—
ασημύ
—
εκβουτυρώνω
—
παραψαλιδίζω
—
αργυροποίκιλτος
—
πολυκήριον
—
φωτοφωταύγεια
—
επιπλοποιός
—
πολωνέζικος
—
μετατάρσιος
—
πονόψυχος
—
έστω
—
υπάλληλος
—
επάλειψη
—
βλαβερά
—
γερμανικός
—
αβούιστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве