Новогреческий словарь
πνευμονογράφημα
πνευμονογράφημα
το
рентгеновский снимок лёгких
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
рентгеновский снимок лёгких
? —
πνευμονογράφημα
как с
(ново)греческого
переводится слово
πνευμονογράφημα
? — рентгеновский снимок лёгких
#
(ново)греческий словарь
—
εορτάστρια
—
μαχμούρισσα
—
ομο-
—
αναπηδητικός
—
κοντραμπάντο
—
κώνειο
—
συντεχνίτισσα
—
διασταλτικό
—
οκτασύλλαβος
—
αποστέρηση
—
επικαταρώμαι
—
ωστήρας
—
αξεφούρνιστος
—
βωλοκοπω
—
μπογαλάκι
—
ενωτικός
—
σκατόξυλο
—
διαφημίστρια
—
γεφυροθοποιός
—
χοηφόρος
—
λάρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве