|
το физ. протон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово протон? — πρώτον как с (ново)греческого переводится слово πρώτον? — протон — μαυραδάκι — ενανθρωπώ — αντεπιταγή — ξάστερα — φρουριακός — τρίποδο — σκί — διόρραχο — διατηρητέος — στριγγίζω — προβατάκι — κασκαρίκα — ελάφρυνση — αλλοτριοφαγικός — βατταρίζω — ψιλοδουλεύω — διέζευξα — αρκουδάνθρωπος — μουσκάρι — ακυρολόγος — επικράτηση |
|||