Новогреческий словарь
ερωτιάρικος
ερωτιάρικ|ος
влюбчивый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
влюбчивый
? —
ερωτιάρικος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ερωτιάρικος
? — влюбчивый
#
(ново)греческий словарь
—
κλεινός
—
υδροπρίων
—
τριανδρία
—
μπρουνελιά
—
εξηντάρης
—
απραγμονω
—
δωροδοκούμαι
—
ξάζω
—
γλυκόμματος
—
καλοπιστία
—
υποθερμία
—
ανακυλισμός
—
βρεχτούρα
—
επακτή
—
βιβλιοκάπηλος
—
ξεζαλίζω
—
δινητός
—
μορτή
—
στρατοπεδεία
—
ολοταχώς
—
στουπέτσι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве