Новогреческий словарь
βότσαλο
βότσαλο
το
галька
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
галька
? —
βότσαλο
как с
(ново)греческого
переводится слово
βότσαλο
? — галька
#
(ново)греческий словарь
—
ατελεσφόρητος
—
αλληλομαχία
—
αλωνάρης
—
μαντάρω
—
παρεώ
—
ελλείπον
—
κοινοποίηση
—
οδυνηρός
—
συμπροφορά
—
αποπωμάτιση
—
λάβα
—
ζεύγομαι
—
ασχημομούρα
—
καρχηδονιακός
—
βερνικωμένο
—
πληχτικός
—
μεσολαβητικός
—
φιδήσιος
—
αναμόχλευμα
—
σεναριογραφία
—
νεκρολαγνεία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве