|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κρυφοκοιτάζομαι? — — βουλωτήρι — ακόρδωτος — ψευδίζω — μέλος — κολακευτικώς — αβαθύρριζος — συγκαταβατικός — διόρυγμα — τζελατίνα — αμυντικότητα — θυρεός — παπλωματάδικο — πρόρρηση — αλχημίστρια — πηγαδήσιος — μινυρισμός — ευνοώ — νομισματοσυλλέκτρια — γαριδοχορτόσουπα — πολυσύνθετος — μαγνητίζω |
|||