|
ο ротатор; гектограф #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ротатор? — πολύγραφος как на (ново)греческом будет слово гектограф? — πολύγραφος как с (ново)греческого переводится слово πολύγραφος? — ротатор, гектограф — φωτοχρωμοτυπογραφία — γυναικάδελφη — κούβεντολόγι — αλληλεθνής — μειονότητα — λειτουργικός — εικοσαπλούς — λεμβοδρομία — ταβερνόβιος — αδιάλλακτος — μπιραριέρης — πλάγια — τροχοπεδώ — εύστοχα — γλοιώνω — τολμάω — ερωτισμός — δετήρας — παραόξω — ποδοβολητό — μικροβισμός |
|||