|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κατσικίσιος? — — ξεχειλώ — δυσπορηγόρητος — δασοπονία — μαργαρίτα — εράσμιος — ατζό — προσκυνηματάκι — ξεκίνημα — ασβάρνιστος — αυτοκτονώ — μενουέττο — κέδρινος — πιτζαμούλα — ακονιστήρι — έτριξα — κολλώδης — σφερδούκλι — δαμαλήσιος — ροχαλητό — Αιθίοψ — επικρατώ |
|||