|
пародировать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пародировать? — παρωδώ как с (ново)греческого переводится слово παρωδώ? — пародировать — αυγολόγος — καρδάρι — αντίδωρο — αρρητίνωτος — βρεγματικό — χούντα — χαζογκόμενα — ψαλιδιά — ξενίζομαι — ξερνω — χρυσοκαρακάξα — αλατοπώλης — προ — ηλεκτρογεννήτρια — στυλίτης — τρίμηνο — φαλάγγι — δενδρούλι — οπότε — ίντερνετ — διόφθαλμος |
|||