|
η архит. метопа #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово метопа? — μετόπη как с (ново)греческого переводится слово μετόπη? — метопа — φωνογράφημα — ανοισχυντία — μελωμένος — αποκοιμάω — πολύεδρος — μελιστάλαχτος — αγώνας — ανατρίβω — αντιβασιλικά — καθέλκυση — μάλλινος — εγκεφαλικότητα — γινόμενος — αλογοτόμαρο — ακυρολόγος — ευήνιος — αντιεμετικός — πεθυμώ — γκελλώ — Άνθιμος — λαγιδεύς |
|||