Новогреческий словарь
φυλλοφόρος
φυλλοφόρ|ος
лиственный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лиственный
? —
φυλλοφόρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
φυλλοφόρος
? — лиственный
#
(ново)греческий словарь
—
εκπροσωπεύω
—
ατρομπάριστος
—
διαιτήσιμος
—
ρώδι
—
αντιχρόνου
—
αξαζούμενος
—
αποκλαδεύω
—
ηλιόφως
—
καταρροή
—
ψευτομάρτυρας
—
πορφυρό
—
αναβληθείς
—
τεκμαίρομαι
—
σύνηθες
—
πορνογραφώ
—
αντιπαραδίδω
—
κολπωτός
—
τοιχόχαρτο
—
ολάνοικτος
—
διπυρίτης
—
στυγνά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве