|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ομοιοτέλευτος? — — εξειλιγμένος — τραγικός — διακλαδώνομαι — διαβατικός — υπερηφανεύομαι — συμφωνώ — καβγάς — στεγάζομαι — αφιλοτίμητος — ευλύγιστος — μίμος — μικρόθυμος — ποικιλτική — ανεύφραντος — αθεόφοβος — γεροντόκοττα — κορεστικός — εμφραξη — φατριαστής — κλάφτηκα — αντενεργώ |
|||