ανακαγχάζω

формы словаβ
ανακαγχάζω
громко хохотать



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово громко хохотать? — ανακαγχάζω
как с (ново)греческого переводится слово ανακαγχάζω? — громко хохотать


ψυχομέτριφαγούραησυχασμόςπλανητοειδήςελκυσμόςμπάκααλαφροποινίτηςεπωασηκόςκαθαρογλώσσημαπροκάλυψησυνεισφερόμενοςγεροντολόγοανθοστοιχίαβιεννέζικοςεξώραςποδεσιάπριμιτιβισμόςσυννεφοσκέπαστοςσφόλιαροςκηροστάτηςαπευθυσμένο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit