|
меньшевистский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово меньшевистский? — μενσεβικικός как с (ново)греческого переводится слово μενσεβικικός? — меньшевистский — επιμονή — ασκήτρια — καφεσαντάν — ξεφτίλισμα — αρκουδάνθρωπος — υμνητικός — ανάκαμψη — καλοκτίζω — ανθοπαραγωγός — λούμπεν — παγίωση — δίστροτο — όξεινος — βιοχημεία — αλφαβητικά — προχειρίζω — φαλκιδεύω — πλυντήριο — ψέλλισμα — μεροληπτώ — μάγισσα |
|||