|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναμπάρωτος? — — διπλόσημος — λεβεντόκορμος — πύελος — αληθινότητα — ατριγύριγος — μορατόριουμ — ισλανδικός — άραγμα — κολαφίζω — όλως — γητεύτρα — μικροχημικός — βολβόρριζα — λυντσάρισμα — κολοκύθι — καρδιογνώστρια — αυγατιστός — πλακατζής — ελατόξυλο — γλιγούδι — καλογερική |
|||