|
το голосование дважды #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово голосование дважды? — διπλοψήφισμα как с (ново)греческого переводится слово διπλοψήφισμα? — голосование дважды — κοιτάμενος — χανιάτικα — αντιπολίτευση — χειρόγραφος — ανεπίστρεπτος — γριπεύω — ξεπηδάω — λελέκι — ευθυαυλητής — καρμιριά — αντρίκια — καταγάλανος — παρένθετος — αστροφωτόμετρο — μοσκοβολάω — λιοτριβάρης — αστρονομικά — αυτοδιδάσκομαι — κλώσσισμα — τριάτορας — γλέπω |
|||